7 Ιαν 2006

Τεμπελιά

Μέγγενη το μαξιλάρι,
το κεφάλι μου δε λέει να ξεκολλήσει.
Λάσο απ’ την άγρια Δύση,
το σεντόνι με τυλίγει σα μοσχάρι.

Γιατί να σηκωθώ;
Γιατί να σηκωθώ;
Αφού σε λίγες ώρες πάλι θα κουκουλωθώ;

Τόνους η κουβέρτα δέκα,
με πατάει σαν ελεφάντινο ποδάρι.
Πάπλωμα, βαρύ λιθάρι,
με συνθλίβει σαν παχύσαρκη γυναίκα.

Γιατί να σηκωθώ;
Γιατί να σηκωθώ;
Γιατί να κοπιάζω αφού θα ξαναξαπλωθώ;

Δίχτυα έπλεξε η αράχνη,
στον ιστό της την ψυχή μου παγιδεύω.
Σ' ένα θάνατο οδεύω,
ελαφρύ, γλυκό, λευκό, ζάχαρη άχνη!

Γιατί να σηκωθώ;
Γιατί να σηκωθώ;
Μήπως για να πεθάνω και μετά ν' αναστηθώ;

Μένω εδώ σαν πεθαμένος,
το κορμί μου πιά κοντεύει να σιτέψει.
Κάνω μιά καινούργια σκέψη:
Τί καλά που παραμένω ξαπλωμένος!

Γιατί να σηκωθώ;
Γιατί να σηκωθώ;
Αφού μέσα στο μνήμα όπου νά'ναι θα χωθώ;

~~~~~~~~~~~~~~~
ένα σχόλιο:
Η πρώτη ανάγνωση "δικαιώνει" την προτροπή του Νίκου Καρούζου:
"Σας θέλω λιγάκι τρελούς, να ξεφεύγετε από κείνα τα εμφιαλωμένα νοήματα της φιλοσοφικής διαλεχτικής, να ξεφεύγετε. Η ζωή δεν έχει πώμα"!

Δεν υπάρχουν σχόλια: